Συχνές Ερωτήσεις
Στη διάρκεια της ζωής έρχομαι συχνά αντιμέτωπος με προβλήματα που αδυνατώ να αντιμετωπίσω επιστρατεύοντας τις συνήθεις για εμένα διαδικασίες επίλυσης που έως τότε εφάρμοζα. Επιπλέον, ενώ προσπαθώ να βρω μία λύση στο πρόβλημά μου, τελικά καταλήγω να μην το διορθώνω και σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα το επιδεινώνω. Ενώ έχω προσπαθήσει επανειλημμένα τόσο με τους κοντινούς μου ανθρώπους όσο και με τον εαυτό μου να φέρω την επιθυμητή αλλαγή, διαπιστώνω ότι η βοήθεια αυτή δεν είναι αρκετή. Νιώθω τότε ότι βρίσκομαι σε αδιέξοδο.
Αυτό συμβαίνει συχνά επειδή είναι δύσκολο να διακρίνω ότι το πρόβλημα δεν είναι το πρόβλημα, αλλά ο τρόπος που επιχειρώ να το επιλύσω. Η λύση, δηλαδή, στην οποία καταφεύγω είναι σε πολλές περιπτώσεις μέρος του ίδιου του προβλήματος.
Κάθε φορά που τα πράγματα οδηγούνται σε ένα τέτοιο σημείο η επαγγελματική βοήθεια είναι χωρίς αμφιβολία χρήσιμη. Η θεραπευτική συμμαχία με τον ψυχολόγο με βοηθά να κατανοήσω βαθύτερα την δυναμική σε μία κατάσταση που έως τότε θεωρούσα αδιέξοδη. Με αυτόν τον τρόπο, διευρύνω το φάσμα των επιλογών μου και διακρίνω ευκρινέστερα ανάμεσά τους εκείνη που μπορεί πράγματι να με βοηθήσει στην σταδική εξάλειψη του αδιεξόδου που βιώνω.
Φιλία και ψυχοθεραπεία συνιστούν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις σε ένα και το αυτό πρόβλημα. Αν και μπορούν να συμπληρώνουν η μία την άλλη δεν θα πρέπει ούτε να συγχέονται ούτε να υποκαθιστούν η μία την άλλη. Από καθαρά χρονική άποψη είναι σύνηθες κάποιος να απευθύνεται πρώτα στο φιλικό του περιβάλλον και μετά σε έναν ειδικό. Αλλά αυτό ακριβώς δείχνει ότι η παρέμβαση του φιλικού περιβάλλοντος σύντομα, παρά την αναμφισβήτητη καλή θέληση που μπορεί να τη συνοδεύει, συναντά τα όριά της.
Οι φίλοι μπορούν ίσως να απαλύνουν τα συμπτώματα μίας επείγουσας κατάστασης, δεν ξέρουν όμως πως να σε βγάλουν από τις παγίδες στις οποίες έχεις πέσει ή εσύ έχεις δημιουργήσει στον εαυτό σου. Ο ψυχολόγος αντίθετα έχει εκείνη ακριβώς τη γνώση που απαιτείται για μία οριστική έξοδο από τον φαύλο κύκλο στον οποίο έχεις περιέλθει. Η ψυχοθεραπεία δεν έχει ρόλο παρηγορητικό, αλλά ανασυγκροτητικό. Η προσέγγισή της είναι πιο αποτελεσματική από τη φιλική προσέγγιση γιατί είναι ακριβώς πιο ριζική και παρεμβαίνει σε ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο.
Η ψυχοθεραπεία στις σύγχρονες μορφές της δεν είναι αποκλειστικά ένα εργαλείο αντιμετώπισης της ψυχικής «ασθένειας» ή «διαταραχής». Είναι πρωτίστως ένα πολύ επεξεργασμένο μέσο διερεύνησης της ανθρώπινης εσωτερικότητας, του Εγώ ή του εαυτού.
Η μέθοδός της είναι η ενδοσκόπηση και η συν-ομιλία στο πλαίσιο μιας συνεργασίας που είναι ταυτόχρονα θεραπευτική και βελτιωτική. Ενεργοποιεί με τα κατάλληλα μέσα μια διαδικασία αναστοχασμού που είναι χρήσιμη, αν όχι απαραίτητη σε όλους. Η εμβάθυνση στην κατανόηση του εαυτού, στην οποία συμβάλλει αποφασιστικά η ψυχοθεραπεία είναι ένα σημαντικό βήμα στη διεύρυνση της συνείδησης που έχει κάποιος για τον εαυτό του, τη σχέση του με τους άλλους και τον κόσμο.
Η ψυχοθεραπεία είναι μία επένδυση στο είναι και όχι στο έχειν. Συνεπώς αυτό που προσφέρει, κανείς δεν μπορεί να το αφαιρέσει όπως συμβαίνει αντίθετα με την κατοχή αντικειμένων. Για αυτόν τον λόγο συνίσταται κάποιος να μπει σε αυτή την εξαιρετικά αποδοτική διαδικασία έστω για μία φορά στη ζωή του. Το να αποτείνεται κάποιος σε ψυχολόγο με σκοπό την αυτογνωσία είναι δείγμα υγείας μάλλον, παρά παθολογίας. Με την έννοια αυτή η ψυχοθεραπεία από την φύση της απευθύνεται σε όλους.
Συχνά δημιουργείται μία σύγχυση μεταξύ ψυχολόγου και ψυχιάτρου. Ο ψυχίατρος έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του στην ιατρική και συνταγογραφεί φάρμακα. Ο ψυχολόγος έχει ολοκληρώσει πανεπιστημιακές σπουδές σε τμήμα ψυχολογίας και η μέθοδος που ακολουθεί είναι η θεραπεία της ψυχής μέσω του λόγου (ψυχο-λόγος). Σε αντίθεση με μία αμιγώς φαρμακευτική προσέγγιση, η προσέγγιση του ψυχολόγου είναι ταυτόχρονα βαθύτερη και συνολικότερη. Το άτομο λοιπόν μέσω αυτής της διαδικασίας ενεργοποιεί την ενδοσκόπηση και αποκτά με τον τρόπο αυτό μία γνώση που μπορεί να του είναι χρήσιμη σε όλο του τον βίο. Δεν είναι πλέον απλά και μόνο ο παθητικός λήπτης μίας φαρμακευτικής αγωγής, αλλά καθίσταται ενεργητικός συμβάλλοντας ο ίδιος στις αλλαγές που επιθυμεί να δει να συντελούνται στη ζωή του.
Ο ψυχολόγος έχει ολοκληρώσει πανεπιστημιακές σπουδές σε τμήμα ψυχολογίας, έχει λάβει γνώσεις για τις ενοράσεις και τις θεωρητικές κατακτήσεις της ψυχολογίας, και κατέχει άδεια άσκησης του επαγγέλματος. Ο ψυχολόγος - ψυχοθεραπευτής είναι ένας ψυχολόγος που έχει λάβει περαιτέρω ειδική εκπαίδευση (συνήθως μεταπτυχιακή) σε μία συγκεκριμένη ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Πρέπει στο σημείο αυτό να γίνουν δύο κρίσιμες επισημάνσεις: 1. Αν ένας ψυχολόγος (που σημαίνει πιστοποιημένος κάτοχος άδειας άσκησης του επαγγέλματος) έχει παράλληλα και την ειδικότητα του ψυχοθεραπευτή σημαίνει ότι και ο ίδιος έχει ακολουθήσει προσωπική θεραπεία. 2. Αν κάποιος εμφανίζεται μόνο ως ψυχοθεραπευτής σημαίνει ότι δεν έχει την ιδιότητα του ψυχολόγου και επομένως δεν κατέχει την απαιτούμενη άδεια άσκησης του επαγγέλματος. Μία ανάλογη περίπτωση είναι η περίπτωση εκείνων που εμφανίζονται να προσφέρουν υπηρεσίες συμβούλου ψυχικής υγείας ή coaching χωρίς όμως να κατέχουν άδεια άσκησης του επαγγέλματος.
Αφού αποφασίσεις ότι ήρθε η ώρα να επισκεφθείς κάποιον ψυχολόγο και έχεις εσύ ο ίδιος επαρκές κίνητρο για να μπεις σε αυτήν την διαδικασία, είναι σημαντικό να βρεις και τον ψυχολόγο που σου ταιριάζει. Αυτό είναι ένας συνδυασμός δύο βασικών παραμέτρων.
Από την μία, είναι πολύ σημαντικό ο ίδιος ο θεραπευτής να έχει την κατάλληλη κατάρτιση. Συγκεκριμένα, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να είναι κάτοχος άδειας άσκησης του επαγγέλματος, γεγονός που πιστοποιεί ότι έχει πανεπιστημιακές γνώσεις στον επιστημονικό κλάδο της ψυχολογίας. Επίσης, είναι σημαντικό να έχει πιστοποιημένη ειδικότητα σε συγκεκριμένη ψυχοθεραπευτική μέθοδο. Αυτό συνεπάγεται ότι ο ίδιος έχει κάνει προσωπική εργασία με τον εαυτό του και έχει συστηματική εποπτική στήριξη.
Το δεύτερο κριτήριο για την επιλογή του κατάλληλου θεραπευτή, πέρα από τις γνώσεις του, είναι το πώς νιώθεις εσύ στην σχέση μαζί του. Είναι άνετη η επικοινωνία μεταξύ σας; Οδηγούν σταδιακά οι συνεδρίες στο επιθυμητό αποτέλεσμα; Εμπιστεύσου την αίσθηση που έχεις μαζί του. Μπορεί ένας θεραπευτής να έχει την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση, αλλά να μην μπορείς να σχετιστείς μαζί του. Η καλή θεραπευτική συμμαχία είναι το όχημα προς την διαδρομή που έχεις αποφασίσει να ακολουθήσεις με τον θεραπευτή σου.
Η συχνότητα των συναντήσεων κανονίζεται κατόπιν συνεννόησης με τον θεραπευτή. Η συνήθης συχνότητα είναι μία φορά την εβδομάδα και η συνάντηση διαρκεί πενήντα λεπτά. Ο θεραπευτής μαζί με τον θεραπευόμενο ορίζουν μία κοινή ώρα και μέρα μέσα στην εβδομάδα ώστε να πραγματοποιούνται οι συνεδρίες τους.
Όποιος εισέρχεται σε μία θεραπευτική διαδικασία θα πρέπει να γνωρίζει ότι δεν υπάρχει μία προτυποποιημένη θεραπεία, ένα είδος υποδείγματος – πασπαρτού που να ανοίγει όλες τις πόρτες. Θα πρέπει επίσης να ξέρει ότι η διάρκεια της θεραπείας δεν είναι προκαθορισμένη, δεν υπακούει δηλαδή σε ένα σύνολο a priori κριτηρίων καθολικά εφαρμόσιμων. Απεναντίας, πρόκειται πάντα για μια διαδικασία που ακολουθεί το ιδιαίτερο και μοναδικό πρότυπο μίας ρητής ή άρρητης συμφωνίας που έχει κάνει το άτομο με τον εαυτό του.
Η θεραπεία συνεχίζεται μέχρι που το άτομο είναι επαρκώς ικανοποιημένο ως προς τα αρχικά του κίνητρα. Σε αρκετές ωστόσο περιπτώσεις παρατηρείται το φαινόμενο κατά τη διάρκεια της θεραπείας το άτομο να ανακαλύπτει και άλλους λόγους που το κάνουν να επιθυμεί τη συνέχισή της, πέρα από εκείνους στους οποίους οφείλεται η έναρξή της. Ή ακόμη το άτομο ανακαλύπτει νέες εστίες πιθανής εμβάθυνσης, στις οποίες επιθυμεί να «σκάψει» περισσότερο μαζί με τον θεραπευτή, διανοίγοντας νέες προοπτικές που δεν υποπτευόταν καν στην αρχή της θεραπείας.